Η συναισθηματική επίγνωση ή συναισθηματική ενημερότητα (emotional awareness) αποτελεί βασική δεξιότητα της συναισθηματικής ανάπτυξης και της συναισθηματικής νοημοσύνης και συσχετίζεται με την κατανόηση των συναισθημάτων (Rieffe, Terwogt & Jellesma, 2008). Σύμφωνα με τη Rudd (2009, ό. α. Παππά, 2013) αποτελεί μία από τις εννέα ιδιότητες ενός ατόμου με συναισθηματική νοημοσύνη και αφορά την επίγνωση των συναισθημάτων τόσο του εαυτού (συναισθηματική αυτεπίγνωση – emotional self-awareness), όσο και των άλλων (ενσυναίσθηση – empathy). Η συναισθηματική επίγνωση αφορά την αναγνώριση, τη διαφοροποίηση και τον έλεγχο των συναισθημάτων, καθώς και τον βαθμό της έντασής τους.
Ο Στάινερ (2006) θεωρεί ότι η συναισθηματική επίγνωση αποτελεί κομβικής σημασίας χαρακτηριστικό του συναισθηματικά εγγράμματου ατόμου. Είναι μια δεξιότητα που αποτελεί προϊόν εκμάθησης και εξάσκησης και συνιστά μια λειτουργία της ενήλικης κατάστασης του Εγώ, σύμφωνα με τα πρότυπα της θεωρίας του Berne. Επιπροσθέτως, με το Ερωτηματολόγιο Συναισθηματικής Επίγνωσης που προτείνει ο Στάινερ, ένα ερωτηματολόγιο αυτό-αναφοράς, προβαίνει στη διαβάθμισή της. Σύμφωνα με τον συγγραφέα, η κλίμακα συναισθηματικής επίγνωσης διακρίνεται από τα ακόλουθα επίπεδα:
- Μούδιασμα. Το άτομο που βρίσκεται σε αυτή την κατάσταση δεν μπορεί να αντιληφθεί τα δικά του συναισθήματα, πολύ δε περισσότερο τα συναισθήματα των άλλων. Συχνά, επίσης, ενημερώνεται γι’ αυτά από τους άλλους, οι οποίοι μπορούν να τα αντιληφθούν από ενδείξεις όπως η έκφραση του προσώπου, το κοκκίνισμα και ο τόνος της φωνής. Όταν το «μουδιασμένο» άτομο ερωτηθεί πώς νιώθει, αδυνατεί να απαντήσει.
- Σωματικά συμπτώματα. Σε αυτό το επίπεδο ενώ δε βιώνονται τα συναισθήματα, βιώνονται τα σωματικά συμπτώματα. Πρόκειται για τη γνωστή σωματοποίηση. Για παράδειγμα, το άτομο έχει επίγνωση ότι η καρδιά του χτυπά όλο και πιο γρήγορα, δεν έχει όμως επίγνωση ότι φοβάται. Μπορεί να παρατηρήσει ότι νιώθει ένα βάρος στο στήθος του, ωστόσο δε θα έχει επίγνωση της λύπης που νιώθει. Για να γιατρέψει τα σωματικά συμπτώματα θα καταναλώσει φάρμακα, τα οποία θα του προσφέρουν προσωρινή ανακούφιση, αλλά δεν θα επιλύσουν τις εσωτερικές συγκρούσεις που βιώνει.
- Συναισθηματικό χάος ή πρώιμη εμπειρία. Σε αυτό το στάδιο τα συναισθήματα βιώνονται σαν ένα αυξημένο επίπεδο ενέργειας που δεν είναι κατανοητό και δεν μπορεί να εκφραστεί με λόγια. Ονομάζεται πρώιμη εμπειρία γιατί μοιάζει με τη συναισθηματική εμπειρία των βρεφών, τα οποία βιώνουν συναισθήματα που δεν μπορούν να εκφράσουν λεκτικά. Ένα άτομο που βρίσκεται σε αυτό το στάδιο ανταποκρίνεται στα συναισθήματα, αλλά δεν μπορεί να τα κατανοήσει και να τα ελέγξει. Συχνά αυτά τα άτομα μπορεί να διακατέχονται από παρορμητικότητα ή να καταρρέουν όταν βιώνουν στρες.
- Το λεκτικό φράγμα. Η επίγνωση των συναισθημάτων συσχετίζεται έντονα με τον λόγο. Η ικανότητά μας να μιλάμε γι’ αυτό που νιώθουμε και να εξηγούμε γιατί το νιώθουμε έχει άμεση σχέση με τη συναισθηματική επίγνωση. Το πέρασμα του λεκτικού φράγματος προϋποθέτει επίσης την ύπαρξη του κοινωνικού περιβάλλοντος και τη συναλλαγή μας με άλλους ανθρώπους.
- Διαφοροποίηση. Καθώς το άτομο συζητά για τα συναισθήματά του με άλλους, αρχίζει να αναγνωρίζει διαφορετικά συναισθήματα και την έντασή τους και μαθαίνει πώς να μιλά γι’ αυτά στους άλλους.
- Αιτιότητα. Το άτομο είναι σε θέση να κατανοεί τα αίτια των συναισθημάτων του, γιατί νιώθει ό,τι νιώθει. Επίσης αρχίζει να ανακαλύπτει πώς οι συναισθηματικές του προδιαθέσεις συνδυάζονται με τις συναισθηματικές προδιαθέσεις και τη συμπεριφορά των άλλων.
- Ενσυναίσθηση. Καθώς το άτομο μαθαίνει τα διαφορετικά συναισθήματα που βιώνει, τις διαφορετικές τους εντάσεις και τις αιτίες τους, αυξάνει τη συναισθηματική του επίγνωση για τον εαυτό του. Τότε αρχίζει να αντιλαμβάνεται και να διαισθάνεται και την υφή και τη μορφή των συναισθημάτων των άλλων, καθώς και την προέλευσή τους.
- Αλληλεπίδραση. Το άτομο με ενσυναίσθηση μπορεί να έχει απόλυτη επίγνωση μιας πληθώρας συναισθηματικών πληροφοριών που δε γίνονται ευρέως αντιληπτές από άλλους. Το να ξέρει κάποιος πώς νιώθουν οι άλλοι δε σημαίνει απαραίτητα ότι ξέρει τι να κάνει γι’ αυτό. Όταν το άτομο με ενσυναίσθηση γνωρίζει πώς θα συμπεριφερθεί στο άλλο άτομο, πώς θα ανταποκριθεί κατάλληλα στα συναισθήματά του, πώς θα αλληλεπιδράσει, τότε βρίσκεται στο υψηλότερο επίπεδο συναισθηματικής επίγνωσης. Γνωρίζει πώς θα διαχειριστεί την άμπωτη και την πλημμυρίδα των συναισθημάτων.
Η συναισθηματική επίγνωση είναι συνυφασμένη με τη συναισθηματική νοημοσύνη (emotional intelligence) και το συναισθηματικό αλφαβητισμό / εγγραμματισμό (emotional literacy). Η απόκτησή της είναι κεφαλαιώδους σημασίας για την ψυχική υγεία του ατόμου και τις παραγωγικές του σχέσεις με τους άλλους. Το γεγονός ότι μπορεί να καλλιεργηθεί και να εφαρμοστεί σε διάφορα πλαίσια, όπως στην εκπαίδευση, στη συμβουλευτική και την ψυχοθεραπεία, διαμορφώνει προσδοκίες και δημιουργεί ελπίδα και αισιοδοξία για το άτομο και τις διανθρώπινες σχέσεις.
Βιβλιογραφία
Παππά, Β. (2013). Η λογική των συναισθημάτων. Συναισθηματική ανάπτυξη και συναισθηματική νοημοσύνη. Αθήνα: Οκτώ.
Rieffe, C., Terwogt, M. M. & Jellesma, F. C. (2008). Emotional competence and health in children. In J. Denollet, I. Nyklicek & A. Vingerhoets (Eds.), Emotion regulation: Conceptual and clinical issues (pp. 184-201). New York: Springer.
Rudd, B. (2009). Help your child develop emotional literacy. The parents guide to happy children. New York: Continuum.
Στάινερ, Κ. (2006). Συναισθηματική νοημοσύνη με καρδιά (Μτφρ.: Β. Παππά). Αθήνα: Καστανιώτης.
Βασιλική Παππά, MSc, PhD,
Συμβουλευτική ψυχολόγος,
Επιστημονικά υπεύθυνη
Πανελληνίου Συνδέσμου Σχολών Γονέων.