Η εμπιστοσύνη ως συναίσθημα και ως αξία
Γεννιόμαστε για να εμπιστευτούμε. Τα βρέφη έρχονται στον κόσμο για να δημιουργήσουν δεσμούς με τα πρόσωπα που τα φροντίζουν, ώστε να μπορέσουν να αναπτυχθούν στον συναισθηματικό και τον κοινωνικό τομέα. Ο πρωταρχικός δεσμός διαμορφώνεται συνήθως με τη μητέρα, ενώ ακολουθούν τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας και του οικείου περιβάλλοντός του. Η διαθεσιμότητα και η ανταπόκριση των γονιών στις ανάγκες του βρέφους τα κάνει να νιώθουν ασφάλεια και σιγουριά και αρχίζουν να οικοδομούν την αυτοεκτίμησή του.
Σύμφωνα με τον Erikson (1963, ό. α. Παππά, 2013), τον πρώτο χρόνο της ζωής τους τα βρέφη διανύουν το στάδιο της βασικής εμπιστοσύνης ή της δυσπιστίας: Αν οι ενήλικοι που τα φροντίζουν επιδεικνύουν διαθεσιμότητα και ανταποκρίνονται στις ανάγκες τους, τα βρέφη μαθαίνουν ότι ο κόσμος είναι φιλόξενος και ασφαλής, μαθαίνουν να εμπιστεύονται. Αντιθέτως, αν μεγαλώνουν με ενήλικες που δεν τους παρέχουν διαθεσιμότητα, μαθαίνουν ότι ο κόσμος είναι απρόβλεπτος, αφιλόξενος, απειλητικός. Αν φανταστούμε την εμπιστοσύνη σαν ένα οικοδόμημα, τα θεμέλιά της μπαίνουν κατά τη βρεφική ηλικία.
Ακολούθως, κατά τη νηπιακή ηλικία, η εμπιστοσύνη εμπλουτίζεται, διευρύνεται, βαθαίνει. Όσο πιο πολύ ο γονιός γνωρίζει το παιδί του, τόσο πιο πολύ το εμπιστεύεται. Και αντιστρόφως, όσο πιο πολύ το παιδί γνωρίζει τον γονιό του, τόσο πιο πολύ τον εμπιστεύεται. Παράλληλα, όμως, αρχίζει να διεκδικεί το δικαίωμα στην αυτονόμηση και την αυτοδιάθεση, ένα δικαίωμα που δύσκολα αναγνωρίζεται από τον γονιό, με αποτέλεσμα συχνά να πλήττεται η εμπιστοσύνη που έχει αναπτυχθεί μεταξύ τους (Παππά, 2016α).
Είναι πολύ σημαντικό για έναν γονιό να μπορεί να λέει στο παιδί του «σε εμπιστεύομαι» και να το αποδεικνύει εμπράκτως. Συχνά οι γονείς ακόμα κι όταν νιώθουν την εμπιστοσύνη δυσκολεύονται να την αρθρώσουν. Αργότερα, κατά τη σχολική ηλικία, πολλές φορές, καθώς συζητούν με το παιδί και στην προσπάθειά τους να το προστατεύσουν από πιθανές ματαιώσεις, το νουθετούν να μην εμπιστεύεται εύκολα τους άλλους, μικρούς και μεγάλους, ακόμα και τους φίλους του. Το παιδί μπερδεύεται: τι πρέπει να κάνει;
Στην εφηβεία, περίοδος κατά την οποία οι σχέσεις τίθενται υπό νέα διαπραγμάτευση και το παιδί ως έφηβος διεκδικεί πολύ πιο δυναμικά το δικαίωμα στην αυτονομία δοκιμάζοντας τόσο τα δικά του όρια όσο και των γονιών του, ακούει τους γονείς να του λένε συνήθως «δε σε εμπιστεύομαι» ή «έχει κλονιστεί η εμπιστοσύνη μου» και συνεχίζουν: «Θα πρέπει να ξανακερδίσεις τη χαμένη μου εμπιστοσύνη και να μου αποδείξεις ότι μπορώ να σε εμπιστευτώ ξανά». Με τον τρόπο αυτό, γονείς και έφηβοι μπαίνουν σε έναν φαύλο κύκλο δυσπιστίας, έναν φαύλο κύκλο που σπάει δύσκολα (Hayman, 2016).
Είναι όμως συναίσθημα η εμπιστοσύνη; Ή μήπως καλύτερα προσδιορίζεται ως αξία; Όσο δύσκολο είναι να νιώσεις εμπιστοσύνη και να ζήσεις με εμπιστοσύνη, τόσο δύσκολο είναι να προσπαθήσεις να μιλήσεις γι’ αυτή και να την αποσαφηνίσεις εννοιολογικά. Σύμφωνα με τον Plutchik (1980, ό. α. Παππά, 2013), η εμπιστοσύνη είναι ένα από τα οκτώ βασικά συναισθήματα μαζί με τη χαρά, τον φόβο, την έκπληξη, τη λύπη, την αποστροφή, τον θυμό και την προσμονή, και μαζί με τη χαρά δημιουργεί την αγάπη, ενώ αν συνενωθεί με τον φόβο παράγει την υποταγή. Κατά τη Rudd (2009, ο. α. Παππά, 2013), η εμπιστοσύνη αποτελεί ένα από τα εννέα χαρακτηριστικά / ιδιότητες της συναισθηματικής νοημοσύνης και ορίζεται ως η δεξιότητα του να είναι κάποιος αρκετά θαρραλέος ώστε να παλεύει γι’ αυτό που θέλει να επιτύχει / κατακτήσει. Από την άλλη, η εμπιστοσύνη μπορεί να θεωρηθεί αξία κομβικής σημασίας για τη δημιουργία διανθρώπινων σχέσεων και την κοινωνική συμβίωση (Παππά, 2008, 2013, 2016β).
Ξέρουμε ότι η εμπιστοσύνη ενθαρρύνει και χαρίζει αυτοεκτίμηση, καλλιεργεί εσωτερικά κίνητρα και αισιοδοξία. Η εμπιστοσύνη είναι όμως και ευθύνη. Σε εμπιστεύομαι σημαίνει σε θεωρώ υπεύθυνο. Και εσύ, ως αποδέκτης της εμπιστοσύνης που σου απευθύνω, αναλαμβάνεις πολύ σοβαρά τον ρόλο της εκπλήρωσης μιας άρρητης προσδοκίας. Όταν ο γονιός εμπιστεύεται το παιδί του, το μαθαίνει ότι οι άνθρωποι είναι καλοί, ο κόσμος είναι ασφαλής, ότι μπορεί να αλλάξει ό,τι δεν του αρέσει αν προσπαθήσει, του μαθαίνει να μη φοβάται και να μπορεί να έχει τον έλεγχο της ζωής του.
Για να εμπιστευτείς τον άλλο, χρειάζεται να εμπιστεύεσαι καταρχήν τον εαυτό σου. Η εμπιστοσύνη είναι ένα δώρο που χαρίζεται με ανοιχτή την καρδιά, με ειλικρίνεια και γενναιοδωρία.
Βιβλιογραφικές παραπομπές
Hayman, S. (2016). Μεγαλώνοντας χαρούμενους εφήβους (μτφρ.-επιστ. επιμ.: Β. Παππά). Αθήνα: Βήτα.
Παππά, Β. (2008). Γονείς, παιδιά και ΜΜΕ. Ένας οδηγός γονικής συμπεριφοράς. Αθήνα: Καστανιώτης.
Παππά, Β. (2013). Η λογική των συναισθημάτων. Συναισθηματική ανάπτυξη και συναισθηματική νοημοσύνη. Αθήνα: Οκτώ.
Παππά, Β. (2016α). Γονείς σε κρίση. Η διαχείριση της απώλειας και της αλλαγής. Αθήνα: Οκτώ.
Παππά, Β. (2016β). Εκπαιδευτικό Πρόγραμμα Γονικής Ταυτότητας (EPPI). Aθήνα.
Βασιλική Παππά, MSc, PhD,
Συμβουλευτική ψυχολόγος / Ψυχοθεραπεύτρια,
Επιστημονικά υπεύθυνη Σχολών Γονέων
Αφήστε μια απάντηση